- Ἀντίδωρος
- Ἀντίδωροςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αντίδωρος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Λήμνιος (αρχές 5ου αι. π.Χ.). O μόνος Έλληνας που, αν και στρατολογήθηκε από τον Ξέρξη στη ναυμαχία που έγινε στους Αφέτες, αυτομόλησε προς τους Έλληνες. Γι’ αυτό και του χάρισαν γη στη Σαλαμίνα. 2. Ναυπηγός από… … Dictionary of Greek
Ἀντιδώρου — Ἀντίδωρος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀντιδώρων — Ἀντίδωρος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀντιδώρῳ — Ἀντίδωρος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀντίδωρον — Ἀντίδωρος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Parmeniskos group — is a conventional term distinguished by V.Grace (1956) to describe a type of pottery (amphorae) produced in Macedon during the 3rd century BC.The capital of Pella appears to be the epicenter for this group s production.Amphorae of this type were… … Wikipedia
Σαννίδωρος — ὁ, Α περιπαικτικό παρωνύμιο τού Επικούρου αντί τού Αντίδωρος. [ΕΤΥΜΟΛ. < σαίνω με εκφραστικό διπλασιασμό τού ν (πρβλ. σάνν ας, σάνν ιον) + δωρος (< δῶρον)] … Dictionary of Greek
Ἀντιδώρωι — Ἀντιδώρῳ , Ἀντίδωρος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)